Μια απόφαση χωρίς αμφιβολία με ιστορική σημασία, ανάμεσα ανάμεσα στον πρωθυπουργό και τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών ήταν η χθεσινή, η οποία πλέον μια μακρά διαδικασία μέχρι να αποτυπωθούν και να εφαρμοστούν όλες οι λεπτομέρειες τόσο από το Ελληνικό Κοινοβούλιο όσο και από την Εκκλησία της Ελλάδας και το Οικουμενικό Πατριαρχείο στο οποίο υπάγεται και η Εκκλησία της Κρήτης.
Μια συμφωνία που φαίνεται πως ήταν υπό επεξεργασία για περισσότερο από ένα χρόνο, και κατάφερε να μείνει μυστική. Η Εκκλησία της Κρήτης φαίνεται πως δεν ήταν σε γνώση της διαδικασίας και πλέον αναμένεται η άμεση συνεδρίαση της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης, κάτι που σύμφωνα με πληροφορίες του Ράδιο Λασίθι θα γίνει μέχρι το τέλος της εβδομάδας, ώστε να δοθεί απάντηση, να υπάρξει διαβούλευση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, και να καταγραφεί η επίσημη θέση της.
Αντιδράσεις από κληρικούς
Ήδη το γεγονός της συμφωνίας έχει φέρει αντιδράσεις από το Σύνδεσμο Κληρικών Ελλάδας με τον πρόεδρο πατέρα Σελλή, σε δηλώσεις του στο Ράδιο Λασίθι να μιλά για μια συμφωνία αίσχος για την οποία κανείς δεν ρωτήθηκε ούτε και κλήθηκε να συμμετάσχει σε καμιά διαδικασία.
Ο ίδιος αναφέρει πως υπάρχουν πολύ σοβαρά θέματα τα οποία χρειάζονται διευκρινίσεις όπως για παράδειγμα τι γίνεται με τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα των κληρικών, για τους οποίους ανέφερε πως κακώς αναφέρονται ως Δημόσιοι Υπάλληλοι ενώ θα έπρεπε να λέγονται Δημόσιοι Λειτουργοί.
Παράλληλα όπως είπε θα πρέπει να δοθούν απαντήσεις τόσο από πλευράς κυβέρνησης όσο και από τον Ιεραρχία της Εκκλησίας σχετικά με την εκκλησιαστική περιουσία την οποία εδώ και δεκαετίες διαχειρίζεται το ελληνικό κράτος, ώστε να φανεί τόσο το μέγεθός της αλλά και το πως έχει αξιοποιηθεί μέχρι τώρα.
H επόμενη μέρα
Στην επόμενη ημέρα κοιτάζουν Εκκλησία, κυβέρνηση, αντιπολίτευση και ιερείς μετά τη συμφωνία Τσίπρα-Ιερώνυμου για τον διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας, την οποία πρώτο αποκάλυψε το iefimerida.gr.
Κάποιοι μιλούν για χρυσό deal, άλλοι για ιερό πόλεμο και ετοιμάζουν κινητοποιήσεις, ενώ οι δύο πλευρές παρουσιάζουν η κάθε μία από την πλευρά της τα θετικά της συμφωνίας στην οποία προχώρησαν.
Τι σημαίνει όμως πρακτικά η συμφωνία;
Οι ιερείς λοιπόν δεν θα είναι πλέον δημόσιοι υπάλληλοι και δεν θα πληρώνονται από το κράτος, αλλά η Εκκλησία θα λαμβάνει ισόποσο της μισθοδοσίας τους ποσό από το κράτος και στη συνέχεια θα καταβάλλει τους μισθούς στους κληρικούς.
Πρακτικά, αυτό «βολεύει» και τις δύο πλευρές, αφού από τη μία μειώνεται το Δημόσιο κατά 10.000 υπαλλήλους (τόσοι είναι οι ιερείς), κάτι που ευνοεί το αριστερό προφίλ του πρωθυπουργού. Από την άλλη πλευρά, και ο Αρχιεπίσκοπος ευνοείται από αυτή την εξέλιξη, αφού παγιώνει τα χρήματα που απαιτούνται για τη μισθοδοσία των ιερέων.
Και η συμφωνία για τη δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας φαίνεται να ευνοεί και τις δύο πλευρές. Στο νέο Ταμείο, πέραν όσων περιελάμβανε ο προηγούμενος νόμος, μπαίνουν και οι αμφισβητούμενες ανάμεσα στο ελληνικό Δημόσιο και την Εκκλησία περιουσίες.
Ουσιαστικά, οι δύο πλευρές παραιτούνται των αξιώσεων στις αμφισβητούμενες περιοχές και πάνε στη συνεκμετάλλευσή τους στο νέο Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας. Η ρύθμιση αυτή αποτελούσε και πάγια διεκδίκηση της Εκκλησίας, την ίδια ώρα που θα μπορεί και το Δημόσιο να λέει ότι κάτι κερδίζει από την όλη ρύθμιση.
Το κοινό ανακοινωθέν Εκκλησίας-Πολιτείας
Για τον λόγο αυτό, είπε ο κ. Τσίπρας, εκφράζουμε σήμερα την πρόθεσή μας να καταλήξουμε σε μια ιστορική συμφωνία μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας που θα πάρει τη μορφή νομοθετικής ρύθμισης και προτείνουμε:
-Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι μέχρι το 1939 οπότε εκδόθηκε ο αναγκαστικός νόμος 1731/1939 απέκτησε εκκλησιαστική περιουσία έναντι ανταλλάγματος που υπολείπεται της αξίας της.
-Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι ανέλαβε τη μισθοδοσία του κλήρου, ως με ευρεία έννοια, αντάλλαγμα για την εκκλησιαστική περιουσία που απέκτησε.
-Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία αναγνωρίζουν ότι οι κληρικοί δεν θα νοούνται στο εξής ως δημόσιοι υπάλληλοι και ως εκ τούτου διαγράφονται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών.
-Το Ελληνικό Δημόσιο δεσμεύεται ότι θα καταβάλλει ετησίως στην Εκκλησία με μορφή επιδότησης ποσό αντίστοιχο με το σημερινό κόστος μισθοδοσίας των εν ενεργεία ιερέων, το οποίο θα αναπροσαρμόζεται ανάλογα με τις μισθολογικές μεταβολές του Ελληνικού Δημοσίου.
-Η Εκκλησία αναγνωρίζει ότι μετά τη Συμφωνία αυτή παραιτείται έναντι κάθε άλλης αξίωσης για την εν λόγω εκκλησιαστική περιουσία.
-Η ετήσια επιδότηση θα καταβάλλεται σε ειδικό ταμείο της Εκκλησίας και προορίζεται αποκλειστικά για τη μισθοδοσία των κληρικών, με αποκλειστική ευθύνη της Εκκλησίας της Ελλάδος και σχετική εποπτεία των αρμόδιων ελεγκτικών κρατικών αρχών.
-Με τη Συμφωνία διασφαλίζεται ο σημερινός αριθμός των οργανικών θέσεων κληρικών της Εκκλησίας της Ελλάδος, καθώς και ο σημερινός αριθμός των λαϊκών υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος.
-Πιθανή επιλογή της Εκκλησίας της Ελλάδος για αύξηση του αριθμού των κληρικών δεν δημιουργεί απαίτηση αύξησης του ποσού της ετήσιας επιδότησης.
-Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζουν τη δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας.
-Το Ταμείο αυτό θα διοικείται από πενταμελές διοικητικό συμβούλιο. Δύο μέλη του Ταμείου θα διορίζονται από την Εκκλησία της Ελλάδος, δύο μέλη θα διορίζονται από την Ελληνική Κυβέρνηση, ενώ ένα μέλος θα διορίζεται από κοινού.
-Το Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας θα αναλάβει τη διαχείριση και αξιοποίηση των από το 1952 και μέχρι σήμερα ήδη αμφισβητούμενων, μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Εκκλησίας της Ελλάδος περιουσιών, αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου της Εκκλησίας που εθελοντικά η ίδια θα θελήσει να παραχωρήσει στο εν λόγω Ταμείο προς αξιοποίηση.
-Τα έσοδα και οι υποχρεώσεις του ΤΑΕΠ επιμερίζονται κατά ίσο μέρος στο Ελληνικό Δημόσιο και την Εκκλησία της Ελλάδος.
-Τα ανάλογα ισχύουν και για τις περιουσίες των επιμέρους Μητροπόλεων, ήτοι των αμφισβητούμενων περιουσιών, αλλά και όσων οι Μητροπόλεις εθελοντικά παραχωρήσουν στο ΤΑΕΠ.
-Η ήδη συσταθείσα με τον Ν.4182/2013 Εταιρεία Αξιοποίησης Ακίνητης Εκκλησιαστικής Περιουσίας μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών εντάσσεται επίσης στο ΤΑΕΠ και διοικείται με το σημερινό κατά νόμο καθεστώς.
-Οι παραπάνω δεσμεύσεις των μερών θα ισχύουν υπό την προϋπόθεση τήρησης της Συμφωνίας στο σύνολό της.
Ο Αλ. Τσίπρας διαβεβαίωσε τον Αρχιεπίσκοπο ότι η επικείμενη Συνταγματική Μεταρρύθμιση και ειδικότερα οι αλλαγές που αφορούν στο άρθρο 3 έχουν στόχο να αναβαθμίσουν τον διακριτό ρόλο της Eκκλησίας, ενισχύοντας την αυτονομία της, αναγνωρίζοντας παράλληλα τη σημαντική προσφορά της στη γέννηση και διαμόρφωση της ταυτότητας του ελληνικού κράτους.
Ιερώνυμος: Ευχαριστώ τον Τσίπρα για την ιστορική συμφωνία
Με ένα «ευχαριστώ» τόσο του ιδίου του Προκαθημένου της Ελλαδικής Εκκλησίας Ιερωνύμου όσο και της συνοδείας του προς τον πρωθυπουργό, άρχισε τις δηλώσεις του ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος μετά τη συνάντηση με τον Αλέξη Τσίπρα.
Ο κ. Ιερώνυμος υπογράμμισε ότι είναι μύθος τα περί αμύθητης περιουσίας της Εκκλησίας, ενώ παράλληλα τόνισε ότι βρήκε ανταπόκριση στα ερωτήματά του. Εν συνεχεία επεσήμανε ότι η Εκκλησία θα γίνει πιο λειτουργική, υπηρέτης και διάκονος του θελήματος του λαού, και υπογράμμισε ότι «θα προχωρήσουμε σε πνεύμα αυτοτέλειας και συνεργασίας».
Επανέλαβε τις ευχαριστίες του προς τον Αλέξη Τσίπρα «για τις πρωτοβουλίες και τις θέσεις σας», αλλά και «γιατί αφήνετε το προοίμιο του Συντάγματος όπως το έφτιαξαν οι πατέρες μας».
Ο Προκαθήμενος ης Ελλαδικής Εκκλησίας ενημέρωσε ότι «η Διαρκής Ιερά Σύνοδος μας έδωσε την εξουσιοδότηση για τη συμφωνία και θα την ενημερώσουμε αύριο», ενώ εν κατακλείδι χαρακτήρισε μικρότητες όσα ακούστηκαν αυτές τις μέρες περί αφαίρεσης του σταυρού από τη σημαία και αλλού.
Αναθεώρηση και ουδετερότητα
Παράλληλα με το σύμφωνο χωρισμού Εκκλησίας-Κράτους θα κινηθούν και οι διαδικασίες Αναθεώρησης του Συντάγματος και του άρθρου 3 που αφορά τις σχέσεις Εκκλησίας-Κράτους.
Η Εκκλησία της Ελλάδος θεωρεί δεδομένο ως βάση συζήτησης για την Αναθεώρηση του Συντάγματος το γερμανικό μοντέλο θρησκευτικής ουδετερότητας. Αυτό άφησε να εννοηθεί χθες ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Ιερώνυμος, μετά την ολοκλήρωση της πρώτης ημέρας της τριήμερης τακτικής συνεδρίασης της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου (ΔΙΣ).
Με τις δηλώσεις του ο κ. Ιερώνυμος ουσιαστικά «φωτογράφισε» το Σύμφωνο στο οποίο η Εκκλησία κατέληξε με τον πρωθυπουργό και προβλέπει ένα ειδικό καθεστώς μη δημοσίου υπαλλήλου για τους ιερείς.
Μάλιστα, ο κ. Ιερώνυμος δήλωσε ότι η Εκκλησία είναι ανοιχτή σε διάλογο. «Το ιδανικό για εμάς είναι να είναι ο καθένας στο σπίτι του, αλλά να δουλεύουμε μαζί για να περνάμε καλά όλοι. Πολιτεία και Εκκλησία δεν είναι αντίπαλοι, πρέπει να μάθουμε να συνεργαζόμαστε», τόνισε.
Ειδικότερα, ο κ. Ιερώνυμος ανέφερε ότι η συζήτηση για τη Συνταγματική Αναθεώρηση, και εύλογα επί του άρθρου 3 που αφορά κυρίως την Εκκλησία, «είναι μια ευκαιρία να εξετάσουμε πολλά πράγματα από την αρχή και να αλλάξουμε και μερικές ιδέες. Και εμείς την πολλή αυστηρότητα και η Πολιτεία την πολλή προχειρότητα».
«Το θέμα είναι να καταλήξουμε τι εννοούμε “θρησκευτικά ουδέτερος”», δήλωσε ο κ. Ιερώνυμος, λέγοντας ότι «δεν ξέρω τι εννοεί ο πρωθυπουργός, θα μας πει». «Εχουμε συνηθίσει εδώ στην Ελλάδα την πρόχειρη σκέψη με πρόχειρα πράγματα», ανέφερε σε άλλο σημείο των δηλώσεών του.
Πάντως, ο κ. Ιερώνυμος και η Εκκλησία της Ελλάδος είναι υπέρ του γερμανικού μοντέλου. «Θρησκευτικά ουδέτερο είναι το γερμανικό κράτος. Θα ήθελα να ζήσω στη Γερμανία και να είμαι θρησκευτικά ουδέτερος. Είναι θρησκευτικά ουδέτερο κράτος, συνεργάζονται, βοηθάει την Εκκλησία άριστα», είπε ο Αρχιεπίσκοπος.
Τι προβλέπει η κυβερνητική πρόταση για την Αναθεώρηση
Η πρόταση της κυβέρνησης για την αναθεώρηση του άρθρου 3 προβλέπει ότι «έχει έρθει ο καιρός ώστε να κατοχυρωθεί ρητά στο Σύνταγμα η θρησκευτική ουδετερότητα του ελληνικού κράτους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται κανονιστικά και πρακτικά. Και αυτό είναι ένα σημαντικό βήμα για τον εκσυγχρονισμό και τη φιλελευθεροποίηση του Συντάγματός μας».