Το 2018 θα εφαρμοστεί για πρώτη φορά το τέλος διανυκτέρευσης στα ξενοδοχεία άνω των δύο αστέρων, δήλωσε ο πρωθυπουργός.
Ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε στη συνέλευση του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) ότι οι δανειστές επέμεναν για εφαρμογή του τέλους από φέτος, όμως η κυβέρνηση κατόρθωσε να μεταθέσει την εφαρμογή του κατά δύο χρόνια.
Τόνισε δε ότι η κυβέρνηση πέτυχε τη διατήρηση του ΦΠΑ στη διαμονή στο 13%, παρά το γεγονός ότι οι θεσμοί ήθελαν μεταφορά της στο κλιμάκιο του 23%.
Ο κ. Τσίπρας στάθηκε στη σημασία του τουρισμού, ο οποίος ισοδυναμεί με το ένα δέκατο της ελληνικής οικονομίας και σημείωσε πως φέτος αναμένεται εκ νέου ρεκόρ αφίξεων στη χώρα μας.
Επισήμανε επανειλημμένα πως η Ελλάδα είναι μία ασφαλής χώρα, παρά την κρίση ασφάλειας που υπάρχει τόσο στη γειτονιά μας όσο και στην Ευρώπη. «Έχουμε καταφέρει η Ελλάδα να αποτελεί ένα φάρο σταθερότητας και ασφάλειας, σε μια ευρύτερα αποσταθεροποιημένη περιοχή», είπε.
Αναφερόμενος στην αξιολόγηση, ο κ. Τσίπρας είπε ότι η ολοκλήρωσή της μπορεί να οδηγήσει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης ακόμα και από το 2016, δίνοντας ταυτόχρονα στην κυβέρνηση την ευκαιρία να «ξεδιπλώσει τον αναπτυξιακό της σχεδιασμό».
Ειδικά σε ό,τι αφορά το άνοιγμα της συζήτησης για ελάφρυνση του χρέους, ο πρωθυπουργός ανάφερε ότι η επίτευξη συμφωνίας θα μετατρέψει de facto το ελληνικό χρέος σε υπόθεση και των ευρωπαίων, εξέλιξη που θα καταστήσει το Grexit «κούφια έννοια».
«Βρισκόμαστε στο κρισιμότερο σημείο. Ένα βήμα πριν να αφήσουμε πίσω μας όλα όσα πλήγωσαν την ελληνική κοινωνία και οικονομία», κατέληξε.
«Καμπανάκι» από ΣΕΤΕ για υπερφορολόγηση του τουρισμού
Τον κίνδυνο να κινηθεί αρνητικά η τουριστική κίνηση στην Ελλάδα για τη φετινή χρονιά, ανατρέποντας τις θετικές προβλέψεις που εξήχθησαν στην αρχή της σεζόν, επισήμανε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, Ανδρέας Ανδρεάδης, μιλώντας στην ετήσια Γενική Συνέλευση των μελών του ΣΕΤΕ.
Ο κ. Ανδρεάδης απέδωσε το ενδεχόμενο ανατροπής της θετικής εικόνας στην υπερφορολόγηση του τομέα αλλά και στην καθυστέρηση ολοκλήρωσης της αξιολόγησης, η οποία οδηγεί την κυβέρνηση στην επιβολή επιπρόσθετων μέτρων που επιβαρύνουν άμεσα ή έμμεσα και τον τουρισμό. Στο πλαίσιο αυτό, ανέφερε ότι η κυβέρνηση είναι έτοιμη για ακόμα μία φορά, υπό την πίεση της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης, να αυξήσει το κόστος στη διαμονή, στην εστίαση, στον καφέ, στα αλκοολούχα, στα εισιτήρια των μουσείων, καθώς και σε βασικά προϊόντα και υπηρεσίες που ακριβαίνουν το τουριστικό πακέτο. Με αυτό τον τρόπο, πρόσθεσε, θα αυξηθεί κατακόρυφα το «καλάθι του τουρίστα», το οποίο ήδη σημειώνει τεράστιες απώλειες ανταγωνιστικότητας, της τάξεως του 10%, λόγω των φόρων του τρίτου μνημονίου, εξανεμίζοντας το 50% της ανταγωνιστικότητας της χώρας, λόγω εσωτερικής υποτίμησης από την αρχή των μνημονίων.
Δριμεία κριτική άσκησε ο κ. Ανδρεάδης και για την πρόταση της κυβέρνησης, που έχει δει το φως της δημοσιότητας, σε σχέση με την επιβολή φόρου πληρότητας στα ξενοδοχεία και στα ενοικιαζόμενα δωμάτια. Παράλληλα, επικαλούμενος πρόσφατες μελέτες, σημείωσε ότι το 40% των τουριστικών επιχειρήσεων αντιμετωπίζει σοβαρά ζητήματα βιωσιμότητας, ενώ ζήτησε να υποστηριχθούν οι υγιείς επιχειρήσεις από το τραπεζικό σύστημα. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΤΕ, αν ο τομέας σταματήσει να είναι σε θέση να φρενάρει την πτώση του ΑΕΠ ή να βοηθάει στην αύξησή του, δεν θα επιτευχθούν οι στόχοι του προγράμματος, άρα θα πρέπει να ενεργοποιηθούν νέα μέτρα. Αυτό, όπως υπογράμμισε, σημαίνει ότι «πάλι οι Ελληνες θα πληρώσουν, και μάλιστα διπλά, το 2017 και το 2018, όσα οι τουρίστες δεν θα δώσουν φέτος και του χρόνου».
Εξάλλου, ο κ. Ανδρεάδης ανέφερε ένα παράδειγμα που εξηγεί γιατί είναι «τρομερά δύσκολο να γίνουν επενδύσεις στην Ελλάδα», το οποίο έχει ως εξής: Μία ενδεικτική επένδυση 10 εκατ. ευρώ, που αφορά την αγορά γης και τη δημιουργία ενός ξενοδοχείου 5 αστέρων, 100 δωματίων, το οποίο κατά τη λειτουργία του θα πραγματοποιεί ετήσιο κύκλο εργασιών 3 εκατ. ευρώ, υπό τις πιο καλές προϋποθέσεις, θα έχει λειτουργικά μεικτά κέρδη, προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων, 1 εκατ. ευρώ. Αν υπολογισθεί ο επιπλέον ΦΠΑ, αυτό μεταφράζεται σε καταβολή επιπλέον 180.000 ευρώ. Επίσης, αν ο επιχειρηματίας δανείστηκε 5 εκατ. ευρώ με επιτόκιο 3 με 4 μονάδες μεγαλύτερο από το αντίστοιχο που ισχύει στην Ισπανία, θα πρέπει να υπολογίσει πρόσθετο κόστος 200.000 ευρώ. Εάν επιβληθεί και τέλος διανυκτέρευσης, πρέπει να προστεθούν άλλα 120.000 ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι στη δεκαετία απόσβεσης της επένδυσης, η πρόσθετη δαπάνη ισοδυναμεί με 4 έως 5 εκατ. ευρώ. Δηλαδή ο επενδυτής στην Ελλάδα σε σύγκριση με τον αντίστοιχο στην Ισπανία ξεκινά με μείον 4 έως 5 εκατ. ευρώ για μία επένδυση 10 εκατ. ευρώ.